интервьюировать - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

интервьюировать - translation to πορτογαλικά


интервьюировать      
entrevistar , terentrevista com
entrevistar         
SÉRIE DE PERGUNTAS E RESPOSTAS
Entrevistas; Entrevistador; Entrevistar
встречаться, собираться, интервьюировать
entrevistar vt      

1) встречаться, собираться;
2) интервьюировать;
entrevistar-se видеться, встречаться; иметь беседу (с кем-л)

Ορισμός

ИНТЕРВЬЮИРОВАТЬ
[тэ], рую, рует, несов. и сов., кого
1. Получать (получить) интервью от кого-нибудь И. писателя.
2. Проводить (провести) интервью. И. представителей сельского населения. Интервьюирование - действие по глаголу и.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για интервьюировать
1. Интервьюировать Виктора Сухорукова одно удовольствие.
2. И потом, очень ведь важно - кого интервьюировать.
3. Мне довелось интервьюировать Бербика в 1''' году.
4. Директор, кажется, не ожидал, что его будут интервьюировать.
5. - Так вы из "МК"? - принялся с ходу "интервьюировать" меня Мишулин.